Άλλοι 1.100 γιατροί έφυγαν από την Ελλάδα το 2019 – Η αιμορραγία συνεχίζεται

Μόνιμα χαρακτηριστικά έχει λάβει η «αιμορραγία» Ελλήνων γιατρών προς το εξωτερικό, ενώ οι χρόνιες παθογένειες του συστήματος υγείας της χώρας μας δεν επιτρέπουν να γίνει ελκυστικό, καθώς λείπουν προς το παρόν τα «κίνητρα επανόδου». Ετσι, ο αριθμός των γιατρών που επέλεξαν και εφέτος να αναζητήσουν επαγγελματικές ευκαιρίες στο εξωτερικό παραμένει υψηλός, διευρύνοντας ακόμα περισσότερο το brain drain υψηλού επιστημονικού δυναμικού που βιώνει την τελευταία δεκαετία η χώρα μας.

Είναι ενδεικτικό ότι μόνο από το λεκανοπέδιο Αττικής, έχουν αναζητήσει την τύχη τους στο εξωτερικό τα τελευταία εννέα χρόνια 12.226 γιατροί, ενώ συνολικά ο αριθμός των Ελλήνων γιατρών που έφυγαν για το εξωτερικό τα χρόνια της κρίσης, έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις 18.000. Ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, από τις αρχές του 2019 έως και τις 16 Δεκεμβρίου 2019, έχει εκδώσει 1.097 πιστοποιητικά σε γιατρούς που προγραμμάτισαν να φύγουν στο εξωτερικό, εκ των οποίων τα 348 αφορούσαν ανειδίκευτους γιατρούς και τα 749 σε ειδικευμένους. Ο αριθμός των γιατρών που ζήτησαν εφέτος έγγραφα για να φύγουν στο εξωτερικό είναι λίγο μικρότερος σε σχέση με τον περυσινό, αλλά επ’ ουδενί δεν φτάνει τα προ κρίσης επίπεδα, όταν τα πιστοποιητικά για εξωτερικό που εξέδιδε ο ΙΣΑ δεν ξεπερνούσαν σε ετήσια βάση τα 600. Πέρυσι εκδόθηκαν από τον ΙΣΑ 1.191 πιστοποιητικά, το 2017, 1.297 και το 2016 1.168 πιστοποιητικά. Η χειρότερη χρονιά από πλευράς μετανάστευσης γιατρών της Αθήνας παραμένει το 2012, όταν ο ΙΣΑ εξέδωσε 1.808 πιστοποιητικά. Η πλειονότητα των γιατρών επιλέγει ευρωπαϊκές χώρες, ενώ ο πιο δημοφιλής προορισμός είναι το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι ενδεικτικό ότι σχεδόν το 45% των σχετικών πιστοποιητικών για το εξωτερικό που έχει εκδώσει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών την τελευταία επταετία είναι για γιατρούς που αναζήτησαν εργασία στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Οπως αναφέρει η πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθηνών – Πειραιώς και αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος Ματίνα Παγώνη, οι βασικοί λόγοι για τους οποίους οι γιατροί επιλέγουν να μεταναστεύσουν έχουν να κάνουν με τη δυσκολία εύρεσης εργασίας στην Ελλάδα, αλλά και τις πολύ χαμηλές αποδοχές. Στην Ελλάδα, ο βασικός μισθός ενός επιμελητή Β΄ στο ΕΣΥ είναι περίπου 1.200 ευρώ και ενός διευθυντή με τουλάχιστον 15 χρόνια προϋπηρεσία, περίπου 1.900 ευρώ. «Την ίδια ώρα ένας μισθός νέου γιατρού σε χώρα της Δυτικής Ευρώπης είναι τουλάχιστον 4.000 ευρώ. Οσο υψηλό και να είναι το κόστος ζωής και πάλι ο μισθός είναι καλύτερος σε σχέση με την Ελλάδα», τονίζει η κ. Παγώνη.

Επιπλέον, οι προσλήψεις μόνιμων γιατρών στο ΕΣΥ είχαν επί τουλάχιστον μία δεκαετία «παγώσει» και η μόνη τροφοδότηση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας με ιατρικό δυναμικό γινόταν με μονοετείς συμβάσεις (επικουρικοί γιατροί), οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση ανανεώνονται, αλλά χωρίς καμία προοπτική εξέλιξης και με μόνιμη την ανασφάλεια για το τι θα γίνει στο μέλλον για τους γιατρούς.

Στην Ελλάδα ο αριθμός των γιατρών παραμένει υψηλός και είναι, σε αναλογία με τον πληθυσμό, ο μεγαλύτερος μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το 2018, στην Ελλάδα υπήρχαν ως εγγεγραμμένοι σε Ιατρικούς Συλλόγους συνολικά 65.513 γιατροί, αριθμός ελαφρά αυξημένος σε σχέση με το 2017 (64.851 γιατροί), αλλά πάντα σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με μία δεκαετία πριν (περίπου 70.000 γιατροί). Οι σημαντικότερες αριθμητικά ειδικότητες είναι της Παθολογίας (4.617 παθολόγοι), της Παιδιατρικής (3.688 γιατροί), της Βιοπαθολογίας (3.543) και της Καρδιολογίας (3.493). Στην Ελλάδα αναλογούν 6,1 γιατροί ανά 1.000 κατοίκους (έκθεση ΟΟΣΑ, Health at a Glance 2019), γεγονός που μας κατατάσσει στην πρώτη θέση των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ σε «πυκνότητα» ιατρικού προσωπικού στη χώρα και ακολουθούν η Αυστρία και η Πορτογαλία. Ο μέσος όρος στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ είναι 3,5 γιατροί ανά 1.000 κατοίκους, ωστόσο αξίζει να σημειωθεί ότι σε κάποιες χώρες υπολογίζονται μόνο όσοι ασκούν την ιατρική και όχι το σύνολο των γιατρών που έχουν άδεια άσκησης επαγγέλματος.

Παρά την πληθώρα γιατρών, το ΕΣΥ είναι τραγικά υποστελεχωμένο σε ιατρικό προσωπικό. Μόνο οι κενές οργανικές θέσεις γιατρών ανέρχονται σε 6.000, ωστόσο κάποιοι υπολογίζουν ότι οι πραγματικές επείγουσες ανάγκες είναι περισσότερες.

Προς το παρόν, το υπουργείο έχει προαναγγείλει την προκήρυξη 940 θέσεων μόνιμων γιατρών και η οποία αναμένεται να γίνει το επόμενο διάστημα. Γι’ αυτές τις θέσεις θα εφαρμοστεί ο νέος τρόπος υποβολής υποψηφιοτήτων, κρίσης και επιλογής γιατρών, ο οποίος κατά το υπουργείο θα μειώσει τον χρόνο ολοκλήρωσης των διαδικασιών στους πέντε μήνες από κατά μέσον όρο 1,5 χρόνο που εκτιμάται ότι απαιτείτο έως πρόσφατα.

 

 

Καθημερινή

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content