grylos-aggouridakis

To φοβερό ναυάγιο του “ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ”

 

Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 1966 και ώρα 7:30 μ.μ., το φέρρυ μπωτ Ηράκλειον απέπλευσε από το λιμάνι της Σούδας με μισή ώρα καθυστέρηση, μεταφέροντας 206 επιβάτες, 70 μέλη του πληρώματος και 17 φορτηγά στον Πειραιά. Πλοίαρχος του πλοίου ήταν ο Εμμανουήλ Βερνίκος. Η κακοκαιρία που υπήρχε στο Κρητικό πέλαγος ανάγκασε το Λιμεναρχείο να απαγορεύσει τον απόπλου των μικρών σκαφών, αλλά τα αναμενόμενα, στο ανοιχτό πέλαγος, 5 ή 6 μποφόρ, δεν θεωρήθηκαν επικίνδυνα για το 19.000 τόννων πλοίο. Το ίδιο βράδυ, πολλοί αθηναϊκοί κινηματογράφοι πρόβαλαν ένα διαφημιστικό φιλμ για τα σκάφη της “Εταιρίας Τυπάλδου”, τα οποία παρουσιάζονταν ως “τα πολυτελέστερα, τα ανετότερα και, φυσικά, τα ασφαλέστερα”, με πρώτο και καλύτερο το καύχημα της εταιρίας, “το ασυναγώνιστον φέρι-μποτ Ηράκλειον, ταχύτητος 19 μιλλίων”.

Μετά τα μεσάνυχτα, το Ηράκλειον έπλεε στο Μυρτώο Πέλαγος μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις, “μποτζαρίσματα”) καθώς η ένταση των ανέμων αυξήθηκε σε 8 μποφόρ. Οι επιβάτες άρχισαν να ξυπνάνε στις καμπίνες τους και τα παιδιά να κλαίνε. Τα αυτοκίνητα μετακινήθηκαν και στο γκαράζ άρχισαν να μπαίνουν νερά.

Στις δύο μετά τα μεσάνυχτα, καθώς το πλοίο έπλεε 6 μίλια βορειοανατολικά της Φαλκονέρας, ένα μεγάλο φορτηγό-ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια, που φορτώθηκε κάθετα προς το διάμηκες επίπεδο συμμετρίας του πλοίου, απασφαλίστηκε από τους διαρκείς κλυδωνισμούς και χτύπησε με φόρα στην μπουκαπόρτα. Κάποιος ναύτης έτρεξε να ειδοποιήσει τον οδηγό να πάει να το ασφαλίσει. Δεν πρόλαβε. Κατά μαρτυρίες, ο καταπέλτης άνοιξε σταδιακά από τις παλινδρομικές προσκρούσεις του φορτηγού-ψυγείου, γεγονός που επιβεβαιώνει τις υποθέσεις ότι δεν είχε ασφαλισθεί σταθερά με τους 6 πείρους που διέθετε. Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε κι άνοιξε, το φορτηγό-ψυγείο έπεσε στη θάλασσα η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο το χώρο των οχημάτων. Οι άνεμοι στη θαλάσσια περιοχή την ώρα του ναυαγίου υπολογίστηκαν σε 10, τουλάχιστον, μποφόρ.

Μετά την πτώση του φορτηγού ψυγείου στη θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στη θέση του και επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενέργεια και κατόπιν, λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις.

Στις 02.06′ ο ασυρματιστής εξέπεμψε το πρώτο αγωνιώδες SOS “Πορθμείον Ηράκλειον. Αυτήν την στιγμήν ανηρπάγη η πόρτα της δεξιάς πλευράς. Θέσις πλοίου επικίνδυνος” ενώ παράλληλα η κλίση αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και το πλοίο ανέκοπτε την ταχύτητά του. Στη γέφυρα οι αξιωματικοί έκαναν απελπισμένες προσπάθειες, όμως το πλοίο έγερνε κι άλλο κι άρχισε να βυθίζεται. Στις 02:07 σήμανε συναγερμός. Μοιράστηκαν όπως-όπως σωσίβια και ρίχτηκαν οι βάρκες στη θάλασσα. Στις 2.13′, μόλις 8 λεπτά από το πρώτο σήμα κινδύνου, ο ασύρματος του Ηράκλειον εξέπεμψε για τελευταία φορά: “SOS! Πορθμείον Ηράκλειον SOS, βυθιζόμεθα! Στίγμα 36.52 βόρειον και 24,8 ανατολικόν! SOS βυθιζόμεθα!” και ακολούθησε σιγή.

Το υποτυπώδες τότε τμήμα επικοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας εις μάτην προσπαθούσε να αναζητήσει πλοία στη γύρω περιοχή του ναυαγίου. Τα Λιμεναρχεία Πειραιώς, Σύρου και Κρήτης ανέφεραν αδυναμία αποστολής μέσων για παροχή βοήθειας, αφού ούτε και ρυμουλκά για τέτοιες ανάγκες υπήρχαν. Δυστυχώς ούτε το Ε/Γ-Ο/Γ “Μίνως”, που έπλεε 15 μίλια βορειότερα, “άκουσε” το σήμα κινδύνου.

Στις 02:30 ενημερώθηκε ο τότε αρχηγός του Λιμενικού Σώματος για το τραγικό συμβάν και βεβαίως για όλες τις δυσχέρειες που το συνόδευαν. Ακολούθως ενημερώθηκε ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και εκείνος με τη σειρά του ενημέρωσε τον υπουργό Εθνικής Αμύνης.

Το τότε Αρχηγείο Ναυτικού (Πλατεία Κλαυθμώνος) ανέφερε ότι πολεμικό πλοίο που βρίσκεται στη Σύρο με σβηστές μηχανές θα χρειασθεί τουλάχιστον 3-4 ώρες για απόπλου συν τις ώρες που θα χρειαζόταν για να φτάσει στον τόπο του ναυαγίου. Οι ώρες περνούσαν και η αγωνία άρχισε να κορυφώνεται, κάποια πλοία που έλαβαν το σήμα δήλωσαν αλλαγή πορείας τους προς το στίγμα του Ηράκλειον, απείχαν όμως πολύ, κάποια ανατολικά των Κυκλάδων, άλλο δυτικά της Καλαμάτας, και δύο αγγλικά πολεμικά ΒΑ της Κρήτης.

Στις 04:30 εμπλεκόμενοι αρχηγοί και υπουργοί βρέθηκαν στις υπηρεσίες για άμεση ενημέρωση, ενώ δόθηκε εντολή απόπλου στο Α/Γ “Σύρος” του τότε βασιλικού Ναυτικού. Γύρω στις 05:30 αποφασίστηκε η γνωστοποίηση του συμβάντος στον τότε πρωθυπουργό με όλες τις εξελίξεις και τις επιμέρους αδυναμίες. Μετά από κάποιες ενημερώσεις για τον μεγάλο χρόνο προσέγγισης των πλοίων που ήδη προσέτρεχαν, γύρω στις 06:00-06:30 ο πρωθυπουργός ενημέρωσε τον βασιλιά Κωνσταντίνο στο Τατόι. Τότε ενημερώθηκε και το αρχηγείο Αεροπορίας. Στις 07:20 ένα Douglas C-47 Skytrain απογειώθηκε από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας και λίγα λεπτά μετά το ακολούθησαν άλλα δύο.

Τα πρώτα μηνύματα από τα καράβια που κατέπλευσαν στον τόπο της τραγωδίας, στις 8.30′ το πρωί, ήταν αποκαρδιωτικά: ούτε ένα συντρίμμι από το ναυάγιο και πολύ περισσότερο ούτε ίχνος επιζώντων. Οι πρώτες εκδόσεις των εφημερίδων ανέφεραν ότι το Ηράκλειον βυθίστηκε αύτανδρο. Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου κήρυξε εθνικό πένθος διάρκειας μίας εβδομάδας. Τα ελαφρά τραγούδια σταμάτησαν στους ραδιοσταθμούς, που μετέδιδαν συνεχώς ειδήσεις για την τραγωδία και πένθιμη κλασική μουσική.

Στις 09.45-10.00 το πρώτο Douglas C-47 Skytrain έφτασε κοντά στο στίγμα, όπου και εντόπισε το φορτηγό-ψυγείο να επιπλέει, συνάμα στον ορίζοντα φαινόταν καθαρά το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton που έσπευδε ολοταχώς. Τότε το αεροπλάνο άρχισε τους “κύκλους έρευνας-διάσωσης” σε συνεχώς μικρότερο ύψος, όταν ακούσθηκε ο πιλότος του δεύτερου αεροπλάνου σχεδόν να προστάζει: “Μεγαλειότατε η πτήση σας είναι επικίνδυνη, πάρτε γρήγορα ύψος!“. Ο κυβερνήτης του Ashton, αντιλαμβανόμενος ότι στην αποστολή συμμετείχε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ακούστηκε να λέει: “Μεγαλειότατε η Ashton στις διαταγές σας” και η απάντηση «Ευχαριστώ, ακολούθα με…», αρχίζοντας τις ρίψεις καπνογόνων και σωσιβίων, όπου, από αέρος, εντοπίστηκαν ναυαγοί.

Στις 12.00 το τραγικό συμβάν είχε μαθευτεί σχεδόν σε όλο τον Πειραιά, με πρώτους τους συγγενείς που περίμεναν το πρωί το πλοίο να έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στο κτήριο των πλοικτητών αδελφών Τυπάλδου στην ακτή Τζελέπη.

Ως τις 17.00, που έπεσε το σκοτάδι, είχαν περισυλλεγεί 45 διασωθέντες. 10-12 ασθενοφόρα από την Αθήνα κατήλθαν μέσω της οδού Πειραιώς τις οδούς Γούναρη και Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ άλλα 7-8 ασθενοφόρα από την Τερψιθέα Πειραιά, όπου βρισκόταν ο σταθμός Πρώτων Βοηθειών του Πειραιά, κινήθηκαν προς τον Άγιο Νικόλαο, όπου θα προσέγγιζε το πλοίο.

Σκηνές αλλοφροσύνης, με τα ξεφωνητά χαράς να εναλλάσσονται με τους σπαρακτικούς θρήνους, εκτυλίχθηκαν για ώρες, μέχρι να μεταφερθούν όλοι οι επιζώντες στο Τζάνειο. Την ίδια ώρα τα Χανιά βυθίστηκαν στο πένθος. Τα μαγαζιά έκλεισαν, οι σημαίες ανέμιζαν μεσίστιες σε σπίτια και δημόσια κτίρια, μοιρολόγια ακούγονταν σε κάθε δρομάκι κι έξω από το πρακτορείο των Τυπάλδων υπήρχαν μαυροντυμένες γυναίκες, σοβαρές και αμίλητες

Η κυκλοφορία μπροστά στο Τελωνείο Πειραιά και γύρω από την εκκλησία του Αγ. Νικολάου είχε διακοπεί. Ώρα 19.00 και είχε πια νυχτώσει, όταν το Ν/Κ “Ashton” εισήλθε αργά στο λιμένα του Πειραιά που μετέφερε 2 διασωθέντες ναύτες, τους Αντώνιο Καμπούρη και Δημήτριο Οικονόμου από την Σητεία Κρήτης, καθώς και νεκρούς. Το ίδιο βράδυ παρασημοφορήθηκε ο κυβερνήτης του Ν\Κ “Ashton” από τον βασιλιά.

Την επόμενη μέρα το βασιλικό ζεύγος συνοδευόμενο από τον πρωθυπουργό και από 2-3 υπουργούς επισκέφθηκαν ναυαγούς στο Τζάνειο Νοσοκομείο, στον Ευαγγελισμό και στον Ερυθρό Σταυρό, όπου είχαν επίσης εισαχθεί.

Τα πλοία που προσέτρεξαν τότε στο ναυάγιο ήταν το Ε/Γ-Ο/Γ Μίνως της εταιρείας Ευθυμιάδη, που ακολουθούσε το Ηράκλειον: είχε αποπλεύσει από τον λιμένα Ηρακλείου μετά τον απόπλου του Ηράκλειον από τα Χανιά. Επίσης το Χανιά, πλοίο της ίδιας εταιρείας με του Ηράκλειον, το φινλανδικό Nula, το Δ/Ξ Aldebaran (ελληνικό), το ρωσικό Φ/Γ Ουρίσκ, το πολωνικό Φ/Γ Vako, το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton, το αγγλικό αντιτορπιλλικό Levertog και το ελληνικό αρματαγωγό Σύρος του Β.Ν.

Επώνυμες πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των θυμάτων σε 247 ή 273 ή 277 (ίσως και πλέον).

Οι βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές, γενικά συμφωνούν στον αριθμό όσων ναυαγών διασώθηκαν (47) και στον αριθμό των σωρών που βρέθηκαν και κηδεύτηκαν (μόλις 25 σωροί περισυνελέγησαν και κηδεύτηκαν) αναφέρουν όμως ενίοτε διαφορετικό αριθμό θυμάτων του τραγικού ναυαγίου, διαφορετικό μεταξύ τους, διαφορετικό κάποτε στο ίδιο άρθρο.

Ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος, αν και ήταν ο πρώτος που έπεσε στη θάλασσα φέροντας σωσίβιο, όπως είπαν οι διασωθέντες αξιωματικοί, ποτέ δεν βρέθηκε (επιζών ή η σωρός του).

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content