ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Ο άνθρωπος που φωτογράφησε τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, αφηγείται

Σαράντα έξι χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου του 1973 και την εξέγερση του Πολυτεχνείου που σήμανε την αρχή του τέλους για το καθεστώς της Χούντας.

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας, ήταν ο μοναδικός φωτορεπόρτερ που απαθανάτισε την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο μαζί με το φιλμ των, μόλις, 35 δευτερολέπτων του Ολλανδού οπερατέρ Άλμπερντ Κουράντ.

Αριστοτέλης Σαρρηκώστας

Τα συγκλονιστικά φωτογραφικά καρέ που κατάφερε να εξασφαλίσει, κάνουν, λίγες ώρες αργότερα, μέσω του Associated Press, τον γύρο του κόσμου και αποτελούν τα ντοκουμέντα που αναγκάζουν το καθεστώς σε διάψευση των αρχικών δηλώσεων ότι το βράδυ εκείνο τίποτα δε συνέβη στο Πολυτεχνείο.

Τη νύχτα εκείνη ο Σαρρηκώστας δίνει ‘’ραντεβού’’ με την ιστορία, την ιστορία που έζησε, φωτογράφισε, θυμάται και αφηγείται.

‘’Η κυκλοφορία ήταν σχεδόν μηδενική. Νοέμβρης μήνας ειδικά όταν έπεφτε το σκοτάδι όλοι οι συνάδελφοι πηγαίναμε στα γραφεία μας. Το ίδιο έκανα και εγώ. Το γραφείο μας ήταν στην οδό Ακαδημίας, ψηλά προς την Βασιλίσσης Σοφίας. Κάποια στιγμή γύρω στις εννέα με εννέα και μισή, το χημείο μου βρισκόταν στον έβδομο όροφο, βγήκα έξω να πάρω λίγο αέρα και άκουσα τις ερπύστριες οι οποίες κατέβαιναν από την Βασιλίσσης Σοφίας. Ειδοποίησα τον διευθυντή μου και τον παρακάλεσα να έρθει να ακούσει. Κατάλαβε και ο ίδιος ότι πρόκειται για τανκς και μου λέει ‘’shit men take your cameras and go’’, εξηγεί και προσθέτει πως τον πείθει να κατέβουν μαζί.

‘’Τότε αυτός είχε μία Tζάγκουαρ του 1973, με αγγλικές πινακίδες, σαν ξένος ανταποκριτής είχε δικαίωμα να έχει. Μπήκαμε μέσα, κατεβήκαμε την οδό Αμερικής και πέσαμε πάνω στη φάλαγγα. Εκείνη την ώρα κατέβαιναν τα τανκς προς το Πολυτεχνείο. Ψάχναμε να βρούμε έναν χώρο να μην είμαστε παράταιρα με μία ‘’τζάγκουαρ’’ μες τη μέση του δρόμου τη στιγμή που δεν κυκλοφορούσε τίποτα. Βρήκαμε έναν χώρο αλλά πριν προλάβουμε να πάμε μας πλησίασε το ‘’100’’.

Ο Σαρρηκώστας βρισκόταν στη θέση του συνοδηγού και όπως περιγράφει «ο αστυνομικός μου προέταξε το περίστροφο. Οι μηχανές, ήταν στα πόδια μου, δεν είχανε δει τίποτα και μέσα σε δέκατα του δευτερολέπτου έπρεπε να πάρω μία απόφαση: τι απάντηση να του δώσω’’. Όπως εξηγεί, χωρίς να πει κουβέντα, κολλάει τον δείχτη των δαχτύλων του στα χείλη και ζητάει από τον αστυνομικό να σωπάσει.

‘’Αυτός… ψάρωσε’’, λέει ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας που εικάζει πως τους πέρασε για άνδρες των μυστικών υπηρεσιών. ‘’Κάτι είπε στον συνοδηγό του, έκανε δεξιά και έφυγε. Έτσι, φτάσαμε στο Πολυτεχνείο. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να πλησιάσεις. Μία άλλη, δεύτερη, συγκυρία ήταν η εξής: Μόλις φτάσαμε εκεί, μετά από πέντε λεπτά, με πλησιάζει ένας άλλος αστυνόμος. Από τις καθημερινές διαδηλώσεις γνωριζόμασταν φατσικά. Με πλησίασε και μου λέει με υφάκι: ‘’τι κάνεις εσύ εδώ;’’. Του λέω ‘’κύριε διευθυντά ήρθα να πάρω μερικές φωτογραφίες για το Πολυτεχνείο’’. ‘’Μείνε εδώ θέλω να σε βλέπω’’ μου απάντησε. Άλλο που δεν ήθελα και εγώ να με βλέπει. Όλοι τριγύρω μου ήταν αστυνομικοί, ένστολοι και με πολιτικά, μεταξύ αυτών και μερικοί προβοκάτορες. Υπέθεσαν, υποθέτω, ότι είναι δικός μας άνθρωπος για να του λέει ο αστυνόμος ‘’κάθισε εδώ’’. ‘Ετσι λοιπόν έμεινα μέχρι την ώρα που το τανκ χτύπησε την πύλη. Τρομερά γεγονότα’’.

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας δεν τελείωνε ποτέ το φιλμ του. Τραβούσε επτά, οχτώ, εννέα καρέ το πολύ από τα τριάντα έξι που είχε δυνατότητα τότε να βγάλει κι έδινε το φιλμ στον διευθυντή του καθώς όπως λέει ‘’δεν ήλπιζα ποτέ ότι θα μπορούσα να μείνω. Έμεινα λοιπόν έως τις πέντε. Στιγμιότυπα πολλά, στιγμιότυπα τρομερά. Οι φοιτητές στα παράθυρα να ανοίγουν τα πουκάμισά τους και να λένε ‘’είμαστε αδέρφια, ελάτε μαζί μας, είμαστε άοπλοι’’.

Είχε καταφέρει μάλιστα να πλησιάσει τόσο κοντά στην κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου που άκουγε τον οδηγό του τανκ να μιλάει.

‘’Μάλιστα διατάξτε, μάλιστα διατάξτε’’, έλεγε αλλά δεν ήξερα με ποιον μιλάει σαφέστατα. Κάποια στιγμή, τρεις παρά πέντε, παρά επτά λεπτά είδα τον πυργίσκο του τανκ να γυρνάει ανάποδα. Τότε έκανε όπισθεν και ήρθε στο πεζοδρόμιο, στη γωνία που ήμουν εγώ. Κάνω τον σταυρό μου και λέω ‘’δόξα σοι ο Θεός, θα πήρε εντολή να φύγει’’. Γελάστηκα! Φουλάρισε τις μηχανές και με όση δύναμη είχε πήγε και έπεσε πάνω στην πόρτα. Έχετε δει πορτοκαλιά να την κουνάνε και να πέφτουν τα πορτοκάλια; Έτσι ακριβώς έπεσαν τα κολονάκια που ήταν γεμάτα παιδιά. ‘Αλλοι έπεσαν μέσα, άλλοι έξω. Οι φοιτητές είχαν βάλει μία Μερσεντές πίσω από τα σίδερα της εισόδου, την οποία την πήγε δεκαπέντε μέτρα μέσα λιωμένη. Μόλις, το τανκ, άνοιξε τον δρόμο μπήκαν μέσα οι αστυνομικοί και οι λοκατζίδες. Σειρήνες βούιζαν καθόλη τη διάρκεια της εισβολής και επίσης άκουσα πάρα πολλούς πυροβολισμούς. Για να έχω μία καλύτερη εικόνα πήγα στο μέσον της οδού Πατησίων. Υπάρχει μία φωτογραφία που δείχνει το μισό τανκ μέσα και το μισό τανκ έξω. Είναι η μόνη φωτογραφία που το δείχνει αυτό: ότι ήταν μέσα δηλαδή! Τράβηξα δύο, τρία καρέ τρέχοντας, είναι και λίγο κουνημένες. Τότε δύο αστυνομικοί ήρθαν κατά πάνω μου με καδρόνια. Προσπάθησαν να μου χτυπήσουν το κεφάλι αλλά το απέφυγα. Έκανα μεταβολή και έφυγα ζικ ζακ γιατί ο ένας πήγε να βγάλει το περίστροφο. Έτσι με αυτόν τον τρόπο σώθηκαν οι φωτογραφίες. Αυτή, είναι η ιστορία του Πολυτεχνείου για εμένα’’, περιγράφει για τη νύχτα του ’73.

‘’Βεβαίως λίγες ώρες μετά, ξημερώνοντας, επέστρεψα. Το πρώτο πράγμα που αντίκρισα και φωτογράφισα ήταν η πυροσβεστική υπηρεσία. Με τις μάνικες, αστυνομικοί και πυροσβέστες, καθάριζαν μέσα και έξω. Μπήκα μέσα και οι σκηνές ήταν οι εξής: σκισμένα παντελόνια, σκισμένα πουκάμισα, παπούτσια,όλα πεταμένα δεξιά και αριστερά και κηλίδες αίματος που δεν είχαν προλάβει ακόμη οι πυροσβέστες να τις σβήσουν. Αν το ερώτημά σας είναι αν είδα κάποιον νεκρό θα σας απαντήσω ότι νεκρό δεν είδα. Είδα αυτά που σας είπα. Από εκεί και πέρα η επίσημη ανακοίνωση της αστυνομίας την άλλη ημέρα ήταν δεκαοχτώ νεκροί. Άλλα σωματεία ανέφεραν ότι είναι 28, 38, 48 νεκροί αλλά αυτό θα το πουν οι ιστορικοί. Εγώ εκείνο που ξέρω να πω είναι αυτό που σας είπα και τίποτα παραπάνω’’.

Ερωτηθείς αν εκείνη τη στιγμή είχε αντιληφθεί ότι καταγράφει την ιστορία με τον φακό του ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας λέει πως ‘’ήξερα ότι είναι κάτι σημαντικό. Το ότι θα μείνει στην ιστορία βεβαίως δεν το γνώριζα’’. Από τη νύχτα του ’73 μέχρι και σήμερα ο ίδιος επιλέγει να πηγαίνει στους εορτασμούς μνήμης κάθε χρόνο. Τα συναισθήματά του αμέτρητα και δύσκολα περιγράφονται με λέξεις. ‘’Έχω ζήσει τόσο έντονα αυτή την κατάσταση που μόνο στη σκέψη του ονόματος Πολυτεχνείο, μόνο στη σκέψη ότι μερικοί άνθρωποι οι οποίοι σκοτώθηκαν για το Πολυτεχνείο, για την εξέγερση, για την επαναφορά της δημοκρατίας δεν θα είναι φέτος να γιορτάσουν, όπως δεν ήταν και πέρυσι με θλίβει πάρα πολύ’’.

 

 

protothema.gr

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content