Τελικά, πόσο νόμιμη είναι η διαδικασία αντικατάστασης του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου;

Γράφει ο Γιάννης Μακράκης

ΕΛΕΥΘΕΡΟ ΒΗΜΑ

 

Πολύς λόγος έχει γίνει τελευταία για την αντικατάσταση του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ειρηναίου. Γράφτηκαν, γράφονται και θα γραφτούν πολλά ακόμα. Κανένας δε διαφωνεί ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος δοκιμάζεται τον τελευταίο χρόνο με τη σταδιακή μείωση των σωματικών του δυνάμεων και τη δυσκολία που αντιμετωπίζει με την έκπτωση της νοητικής του λειτουργίας, σε βαθμό που δεν του επιτρέπει την άσκηση των καθηκόντων του όπως ο ίδιος θα το επιθυμούσε. Γι΄ αυτό και οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, δε θα διαφωνήσουμε με την ανάγκη απαλλαγής του από τα καθήκοντα του Αρχιεπισκόπου Κρήτης, μία θέση που τίμησε και διακόνησε υποδειγματικά και της οποίας τον πήχη ανέβασε κατά πολύ…

 

Η διαφωνία που θα διατυπωθεί στην παρούσα παρέμβαση έχει να κάνει με τον τρόπο που επιλέχθηκε να γίνει η απαλλαγή, ο οποίος υλοποιείται δίχως χρονοτριβή.  Όπως έγινε γνωστό με το ανακοινωθέν της Συνόδου, αλλά και με τις κατά καιρούς διάφορες διαρροές στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έχει ήδη δρομολογηθεί η διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 39 παρ. 2 του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης και, μάλιστα, έχει φτάσει στο τελευταίο της στάδιο. Δεν αμφισβητεί κανένας ότι ακολουθήθηκε το γράμμα του νόμου στην πορεία της διαδικασίας. Το θέμα που προκύπτει είναι ένα: Ισχύει για τον Αρχιεπίσκοπο η συγκεκριμένη διάταξη; Η απάντηση είναι κατηγορηματική! Όχι!

 

Προτού εξετάσουμε τα όσα προβλέπει το άρθρο 39 πρέπει να εξετάσουμε το άρθρο 3 παρ. 2 του Καταστατικού Χάρτη το οποίο αναφέρεται στον τρόπο σύγκλησης της Συνόδου. Γράφει επί λέξει: «Κωλυομένου του Μητροπολίτου (Αρχιεπισκόπου από το 1967 κ.ε.) η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος συγκαλείται υπό του εκ των εν ενεργεία Επισκόπων (Μητροπολιτών σήμερα) έχοντος τα πρεσβεία της χειροτονίας εν γνώσει όμως του Μητροπολίτου (Αρχιεπισκόπου)». Οι πέντε τελευταίες λέξεις της παρ. 2 του άρθρου 3, το οποίο προηγείται του άρθρου 39, είναι αυτές που στερούν τη νομιμότητα στη μέχρι τώρα διαδικασία που έχει ακολουθηθεί. Φυσικά, όπως εύκολα κάποιος μπορεί να αντιληφθεί, αν δεν έχει συγκληθεί με νόμιμο τρόπο η Σύνοδος τότε  και οι αποφάσεις που έχει πάρει, έστω και ομόφωνες, πάσχουν από νομιμότητα, για να μην πούμε ότι είναι άκυρες εκ των προτέρων.

 

Πιο συγκεκριμένα: Σύμφωνα, λοιπόν, με τον νόμο, εφόσον ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Κρήτης δεν μπορεί να συγκαλέσει τη Σύνοδο, ο παλαιότερος Μητροπολίτης της ιεραρχίας ζητά την άδεια του Αρχιεπισκόπου για να συγκαλέσει τη Σύνοδο και να προεδρεύσει αντί για εκείνον στις εργασίες της, εν γνώσει όμως του Αρχιεπισκόπου. Αυτή η τελευταία φράση υποδηλώνει δύο πράγματα: Πρώτον ότι ο Αρχιεπίσκοπος γνωρίζει ότι θα συγκληθεί η Σύνοδος σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή και δεύτερον ότι έχει γνώση των θεμάτων με τα οποία θα ασχοληθεί. Εξυπακούεται δε ότι θα ενημερωθεί και για τις αποφάσεις που θα παρθούν.

 

Πάμε τώρα στην εφαρμογή των παραπάνω στα όσα περιλαμβάνει το άρθρο 39 παρ. 2. Το σχετικό κείμενο ορίζει ότι: «Η Ιερά Σύνοδος δύναται και αυτεπαγγέλτως να αποφανθεί περί της δια νόσον ή γήρας διαρκούς ανικανότητος και απαλλαγής εκ των καθηκόντων του Αρχιερέως τινός, μετά προτέραν ένορκον πιστοποίησιν τριών ιατρών ενώπιον του αρμοδίου Προέδρου Πρωτοδικών». Αφήνοντας τα υπόλοιπα που περιλαμβάνει η παραπάνω παράγραφος στεκόμαστε στο ποιος μπορεί αυτεπαγγέλτως να εκκινήσει τη σχετική διαδικασία. Η απάντηση είναι οι τρείς πρώτες λέξεις. Η Ιερά Σύνοδος. Οπότε, απαράβατη προϋπόθεση για να εφαρμοστούν τα προβλεπόμενα στο άρθρο 39 παρ. 2 είναι η νόμιμη σύγκληση της Συνόδου. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Συγκλήθηκε νόμιμα η Σύνοδος για να αποφανθεί σχετικά με την περίπτωση απαλλαγής του Κρήτης Ειρηναίου από τα καθήκοντα του, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο άρθρο 39 παρ. 2; Η απάντηση είναι και πάλι ίδια και κατηγορηματική. Όχι!

 

Γιατί; Διότι σίγουρα ο νομοθέτης δεν έχει προβλέψει το άρθρο 39 παρ. 2 για τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο Κρήτης. Και τούτο για δύο λόγους. Πρώτον διότι δεν μπορεί η Σύνοδος να παύσει έναν Αρχιεπίσκοπο που δεν έχει εκείνη εκλέξει και δεύτερον διότι, σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στο άρθρο 3 παρ. 2, δεν μπορεί να συγκληθεί η Σύνοδος νόμιμα για να παύσει τον Αρχιεπίσκοπό της.

 

Ας δούμε το θέμα πιο πρακτικά και πιο διεξοδικά. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 2 θα πρέπει στην περίπτωση αδυναμίας του Αρχιεπισκόπου ο παλαιότερος Μητροπολίτης να συγκαλέσει τη Σύνοδο, εν γνώσει όμως του Αρχιεπισκόπου. Θα πρέπει, δηλαδή, να έχει υπάρξει ενημέρωση του Αρχιεπισκόπου για το πότε θα συγκληθεί η Σύνοδος και με ποιά ημερήσια διάταξη. Άρα, στην παρούσα περίπτωση, ο Μητροπολίτης Λάμπης θα πρέπει να έχει έρθει σε επαφή με τον Αρχιεπίσκοπο Ειρηναίο και να ζητήσει την άδειά του να προεδρεύσει στις εργασίες της Συνόδου, αναφέροντάς του ότι ένα από τα θέματα (αν όχι το μοναδικό) είναι και η εκκίνηση διαδικασίας αντικατάστασής του λόγω ανικανότητας. Οπότε ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος είτε δίνει την άδειά του είτε αρνείται. Έστω ότι την παρέχει. Στέκει στην κοινή λογική η διαδικασία αυτή; Γιατί, αν έχει σώας τας φρένας, δεν παραιτείται αλλά δίνει το πράσινο φώς για μία διαδικασία-παρωδία; Αν δεν τη δώσει, δεν μπορεί να συγκληθεί η Σύνοδος. Αν την έχει δώσει χωρίς να ενημερωθεί για την ημερήσια διάταξη, πάλι υπάρχει θέμα. Αν, δε, δεν έχει ερωτηθεί καν, τότε εκ των προτέρων στερούνται νομιμότητας τόσο η σύγκληση της Συνόδου όσο και οι αποφάσεις που θα πάρει. Τι έχει γίνει, άραγε, στην περίπτωσή μας;

 

Επόμενο βήμα είναι να έρθει η επιτροπή γιατρών, να εξετάσει τον Αρχιεπίσκοπο και να καταθέσει ενόρκως το πόρισμά της ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών. Στη συνέχεια το πόρισμα θα κοινοποιηθεί στη Σύνοδο και εκείνη θα συνέλθει και πάλι είτε για να αποφανθεί οριστικά είτε για να καταθέσει τη γνώμη της επ΄ αυτού είτε, τυπικά και μόνον, για να αποφασίσει τη διαβίβασή του προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

 

Με βάση τα παραπάνω προκύπτει και πάλι το ερώτημα; Πώς θα συγκληθεί νόμιμα η Σύνοδος; Για να γίνει αυτό θα πρέπει και πάλι ο Μητροπολίτης Λάμπης να έρθει εκ νέου σε επαφή με τον Αρχιεπίσκοπο Ειρηναίο και να ζητήσει την άδειά του να προεδρεύσει στις εργασίες της Συνόδου αναφέροντάς του ότι ένα (αν όχι το μοναδικό) είναι η αντικατάστασή του λόγω βεβαιωμένης πλέον ανικανότητας (σωματικής, νοητικής ή και τα δύο) από επιτροπή γιατρών. Οπότε και πάλι ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος είτε δίνει την άδειά του είτε αρνείται. Έστω ότι την παρέχει. Στέκει στην κοινή λογική η διαδικασία αυτή; Γιατί αν έχει σώας τας φρένας δεν παραιτείται αλλά δίνει το πράσινο φώς για να ολοκληρωθεί μία διαδικασία-παρωδία; Αν δεν τη δώσει, δεν μπορεί να συγκληθεί η Σύνοδος. Αν την έχει δώσει χωρίς να ενημερωθεί για την ημερήσια διάταξη, πάλι υπάρχει θέμα. Αν, δε, δεν έχει ερωτηθεί καν, τότε εκ των προτέρων στερούνται νομιμότητας τόσο η σύγκληση της Συνόδου όσο και οι αποφάσεις που θα πάρει.

 

Τι έχει, άραγε, γίνει στην περίπτωσή μας, μιας και η Σύνοδος συγκαλείται την προσεχή Τετάρτη για το θέμα αυτό; Διότι δεν πρόκειται για ένα οποιοδήποτε πρόσωπο, αλλά για τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης. Και ένα παραπάνω για τον συγκεκριμένο Αρχιεπίσκοπο Κρήτης, τον Ειρηναίο Αθανασιάδη.

 

Θα έχει πολύ ενδιαφέρον και το περιεχόμενο του ιατρικού πορίσματος. Αν το πόρισμα αναφέρει κινητικές και σωματικές δυσκολίες και μόνο, τότε η Σύνοδος παρουσιάζει προς τα έξω τον Αρχιεπίσκοπο ως έναν άνθρωπο ο οποίος είναι κολλημένος σε μία καρέκλα, την οποία αρνείται με πείσμα να αφήσει. Πράγμα που δεν ισχύει, εφόσον όλοι πλέον γνωρίζουν ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος από την ημέρα ήδη κατά την οποία αποδέχτηκε τα νέα του καθήκοντα παρέδωσε στον Οικουμενικό Πατριάρχη την παραίτησή του με ανοιχτή ημερομηνία. Έστω, όμως, ότι ισχύει. Αυτός είναι ο τρόπος που επιλέγει μία Σύνοδος για να διαχειριστεί μία τέτοια δυσκολία; Μάλλον όχι…

 

Αν το ιατρικό πόρισμα αναφέρει και νοητικές δυσκολίες, τότε αυτόματα έχει τεθεί σε χηρεία ο αρχιεπισκοπικός θρόνος, αφού δεν μπορεί να συγκληθεί νόμιμα η Σύνοδος. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να γίνει γνωστό από πότε έχει παύσει να ισχύει η υπογραφή του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου και να ακυρωθούν όλες οι ενέργειες που έχουν γίνει από τότε μέχρι και σήμερα, οι οποίες φέρουν την υπογραφή του (π.χ. τραπεζικές συναλλαγές, μεταθέσεις, προαγωγές κλπ.). Αλλιώς μιλάμε για διαδικασία-παρωδία, η οποία γίνεται μόνο και μόνο γιατί κάποιοι αδημονούν να καθίσουν στον θρόνο της Κρήτης.

 

Και η πρόσφατη εκκλησιαστική ιστορία δικαιώνει τις παραπάνω γραμμές, καθότι αυτό ακριβώς το νομικό κενό υπήρξε η αιτία για τη μη απομάκρυνση του Αρχιεπισκόπου Κρήτης Τιμοθέου, όταν οι πάντες γνώριζαν για την άνοια από την οποία έπασχε αρκετά χρόνια πριν από τον θάνατό του. Τον Αρχιεπίσκοπο Τιμόθεο, ο οποίος έδωσε τη ζωή του για την Εκκλησία, η Σύνοδος τον σεβάστηκε. Τον Αρχιεπίσκοπο Ειρηναίο γιατί η παρούσα Σύνοδος δε θέλει να τον σεβαστεί;

 

Κλείνοντας στεκόμαστε σε τρία ακόμα σημεία.

 

Πρώτο: Η πιθανή δικαιολογία που θα προβληθεί ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος ζήτησε τη δρομολόγηση της σχετικής διαδικασίας. Προφανώς θα υπάρχει σχετική επιστολή του Πατριάρχη, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει το σχετικό ανακοινωθέν της Συνόδου. Ενημερώθηκε, ωστόσο, ο Πατριάρχης ότι η όλη διαδικασία στερείται νομιμότητας και παρά ταύτα έδωσε την ευλογία ή την εντολή αυτή; Σίγουρα όχι.

 

Δεύτερο: Η συνεχώς προβαλλόμενη δικαιολογία ότι η απόφαση της Συνόδου είναι ομόφωνη. Αυτό και μόνο το γεγονός αποδεικνύει είτε ότι τα πάντα είναι προμελετημένα, ώστε κανένας να μην αντιδράσει και όλοι να σιωπήσουν μπροστά στον σκοπό, αγιάζοντας τα αθέμιτα μέσα, είτε ότι υπάρχει μεγάλη άγνοια των ιεραρχών και των νομικών συμβούλων, σύμφωνα, πάντα, με όσα προεκτέθηκαν, γύρω από το γράμμα και το πνεύμα των νομικών διατάξεων που προαναφέρθηκαν.

 

Τρίτο και τελευταίο: Το γεγονός ότι όλα γίνονται με τον τρόπο αυτό και για τον επιπλέον λόγο της δημιουργίας ενός προηγουμένου, το οποίο θα φέρει την Εκκλησία της Κρήτης ένα βήμα πιο κοντά στην αυτονομία ή αυτοκεφαλία. Πρόκειται για ένα σαφέστατο μήνυμα προς το Φανάρι ότι στην Κρήτη κουμάντο κάνουν οι ιεράρχες της και η Σύνοδός της. Το Φανάρι απλά επευλογεί τα εκάστοτε γενόμενα. Θα περάσει άραγε κάτι τέτοιο; Θα φανεί το προσεχές διάστημα.

 

Μήπως θα υπεραρκούσε μία εμπιστευτική επίσημη επιστολή της ιεραρχίας της Κρήτης προς τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, η οποία θα υπογραφόταν από όλα τα μέλη (ή έστω την πλειοψηφία) και θα κατέγραφε την πραγματικότητα όπως είναι, ζητώντας από Πατριαρχείο να πράξει το διακριτικά και πρακτικά καλύτερο δυνατόν; Ας ελπίσουμε ότι η διαδικασία που ξεκίνησε και, όπως φαίνεται, μάλλον ολοκληρώνεται, δε θα αποτελέσει αφορμή ρήξης στις σχέσεις Κρήτης-Φαναρίου, με αποκλειστική ευθύνη της εδώ ιεραρχίας, εξ αφορμής των λανθασμένων χειρισμών της.

 

Τελικά:

 

Πόσο νόμιμη είναι η διαδικασία αντικατάστασης του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου;

 

Μήπως ήρθε η ώρα να παρέμβει ο Εισαγγελέας, τόσο για την όλη διαδικασία όσο και για τα παρελκόμενα της;

 

Αν το επίσημο πόρισμα περιλαμβάνει ως λόγο αντικατάστασης την έκπτωση της νοητικής λειτουργίας του Αρχιεπισκόπου Ειρηναίου, θα ελέγξει η πολιτεία τα έργα και τις ημέρες όλων όσοι περιβάλλουν τον Αρχιεπίσκοπο Ειρηναίο για τυχόν μη εκ του νόμου προβλεπόμενες ενέργειες στις οποίες έχουν ενδεχομένως προβεί; (Ακούγεται έντονα ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ειρηναίος υπογράφει συνεχώς έγγραφα διοικητικού περιεχομένου, τα οποία του προσκομίζουν οι «έμπιστοι» συνεργάτες του…)

 

Μήπως θα ήταν καλό η Μητέρα Εκκλησία να αποστείλει έναν έξαρχό της στην πεφιλημένη θυγατέρα της Κρήτη, μέχρι την εκλογή του νέου της Αρχιεπισκόπου, όποτε κι αν γίνει αυτή;

 

Τι θα γίνει στην περίπτωση κατά την οποία κάποιος θα προσβάλει την όλη διαδικασία ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης (ως στερούμενη νομιμότητας) και δικαιωθεί;

 

Αν ο νέος Αρχιεπίσκοπος Κρήτης προκύψει, τελικά, από τα μέλη της ιεραρχίας της Κρήτης, πώς θα μπορέσει να ανέβει στον θρόνο που πριν κοσμούσε η αγιασμένη μορφή του Κρήτης Ειρηναίου, όταν θα έχει συμβάλει ενεργά στην αφιλάδελφη εκθρόνισή του;

 

Απορίας και προβληματισμού άξιον…

Γιάννης Μακράκης, Ηράκλειο Κρήτης

 

 

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content