Η απάντηση στην «ψηφιακή εποχή» και στη «μεταδημοκρατία»

Του Πέτρου Μηλιαράκη(*)

Η κρίση του κορωνοϊού έφερε στο  προσκήνιο την «τηλε-εκπαίδευση», την «τηλε-επικοινωνία», και όλα με την ιστορική ελληνική ρίζα «τηλε», που σημαίνει «μακράν»!

Η ψηφιακή εποχή, χωρίς καμιά αντίρρηση, έφερε νέα σχέση στις παραγωγικές σχέσεις και καθιστά τις παραγωγικές δυνάμεις υπό το καθεστώς διαμόρφωσης νέων συνθηκών. Το ζήτημα όμως εκκινεί από τις προηγμένες τεχνολογικά χώρες.

 

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΉ ΠΡΟΣΈΓΓΙΣΗ

Από τότε που στις παραγωγικές διαδικασίες προέκυψαν οι δυναμοηλεκτρικές μηχανές (1867), οι κινητήρες εσωτερικής καύσης (1877), το τραμ (1879), οι πετρελαιομηχανές (1891), η ασύρματη επικοινωνία (1901), το αεροπλάνο (1903), η τηλεόραση (1929),  οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές (από το 1950 και μετά), είναι προφανές ότι μετεξελίχθηκαν μεν οι παραγωγικές σχέσεις, οι «κοινωνικές δυνάμεις», όμως, του «μεσαίου χώρου» ουδέποτε έγιναν ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Έτσι και υπό τις παρούσες συνθήκες, αν και η τεχνογνωσία  αφορά στους εργαζόμενους, εντούτοις υπάγεται στην εξουσία του έχοντος τον φορέα της λειτουργίας. Δηλαδή του εργοδότηΟίκοθεν συνάγεται ότι η «Αρχή της τριτενέργειας», που αποτρέπει την καταχρηστική άσκηση της εξουσίας στον εργαζόμενο από τον εργοδότη και ταυτίζεται με την αρχή του «Κοινωνικού Κράτους Δικαίου», πρέπει να συλλειτουργούν ως αυστηροί κανόνες της συνταγματικής τάξης, σύμφωνα με τις πρόνοιες της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Συντάγματος.

 

Η ΨΗΦΙΑΚΉ ΕΠΟΧΉ

Ειδικότερα μετά από τον ατμό, τον ηλεκτρισμό, και την εξέλιξη των ηλεκτρονικών συσκευών, είναι προδήλως βέβαιον ότι οι σύγχρονες τεχνολογίες, η λεγόμενη πλέον «τεχνητή νοημοσύνη», αποτελούν πυλώνες της νέας οικονομίας και της οικονομικής πρωτοβουλίας. Στο πλαίσιο αυτό, ακόμη και μικρής κλίμακας επιχειρηματίες και επιχειρήσεις, που ασφαλώς δεν ανήκουν στην «ελίτ της οικονομίας» ή στα «μονοπώλια», υποχρεούνται να αλλάξουν το μοντέλο λειτουργίας τους και να επιλέξουν «νέα ψηφιακά εργαλεία». Η εισαγωγή δε της «ψηφιακής εποχής» στη σύγχρονη οικονομία, δεν επιδρά μόνο στο χρηματοπιστωτικό τομέα, αλλά επιδρά αμέσως και σε άλλους τομείς, όπως εκείνο της δημόσιας υγείας και των εταιρειών δικτύων και υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, με άμεση αντανάκλαση και στις λειτουργίες του δημόσιου τομέα ο οποίος καλείται να μετασχηματιστεί και να εκσυγχρονιστεί.

Ο όρος «εκσυγχρονισμός» στο αντικείμενο αυτό, δεν αφορά διαδικασία «ανακατανομής πλούτου», αλλά αφορά ευθέως την κατά το μάλλον και μάλλον κατάργηση της γραφειοκρατίας, για την εξυπηρέτηση πόρων και χρόνου από άσκοπες περιηγήσεις εγγράφων και θέσεις σφραγίδων και υπογραφών σε δημόσια έγγραφα. Επίσης, αφορά αφενός την κατάργηση των πολλαπλών προπαρασκευαστικών πράξεων, την ορθή κατανομή του υπηρετούντος προσωπικού κατά κλάδο και αντικείμενο για τη θέσπιση της τελικής εκτελεστής διοικητικής πράξης και αφετέρου την επέκταση της πρόνοιας της ενδικοφανούς προσφυγής για την προστασία του διοικουμένου ως μέτρου επιτάχυνσης της επίλυσης διαφορών του πολίτη ή του επιχειρούντος φυσικού ή νομικού προσώπου με τη Δημόσια Διοίκηση. Κοντολογίς επιβάλλεται και η περιφρούρηση της αντικειμενικής διαδικασίας για τις προσλήψεις στο δημόσιο τομέα.

Επίσης, η διαδικασία αυτή του εκσυγχρονισμού θα πρέπει να επιδράσει αμέσως στους τομείς της κοινής ωφέλειας με κυρίως αναφορά στη δημόσια υγεία, στη κοινωνική ασφάλιση, στη διαδικασία του δημοσιονομικού και φορολογικού ελέγχου, στη διαδικασία λειτουργίας των Δικαστηρίων, των Σωμάτων Ασφαλείας, ακόμη και των γραφειοκρατικών υπηρεσιών των Ενόπλων Δυνάμεων. Ο εκσυγχρονισμός αυτός περαιτέρω συνεπάγεται αφενός ολιγότερο κράτος, και αφετέρου ενίσχυση των πρωτοβουλιών που αφορούν στη νέα τάση για νεοφυείς εταιρείες με στήριξη των καινοτόμων ιδεών. Οι start-ups αφορούν  κλάδο, όπου μπορούν να επενδυθούν σοβαρές προσδοκίες για σημαντικές υπηρεσίες και αύξηση θέσεων εργασίας. Έτσι, στη σύγχρονη οικονομία καινοτόμες τεχνολογικές πλατφόρμες και start-ups χωρίς να ανήκουν στο χώρο της «οικονομικής ελίτ», μπορούν να παρέμβουν σε διαδικασίες εγχώριας και παγκόσμιας αγοράς δημιουργώντας συνθήκες ανάπτυξης και απασχόλησης. Υπ’ όψιν δε ότι σύμφωνα με την Google: «κάθε δύο ημέρες παράγεται τόσο ψηφιακό περιεχόμενο, όσο η ανθρωπότητα δημιούργησε από καταβολής κόσμου έως το έτος 2003»(sic).

 

ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΚΑΙ «ΜΕΤΑΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ»

Με βάση τα προαναφερόμενα, το πέρασμα της ήδη νεοφυούς βιομηχανικής επανάστασης στην ψηφιακή εποχή, συνιστά τη μεγαλύτερη μεταμοντέρνα πρόκληση. Η πρόκληση όμως αυτή συνεπάγεται αναπαραγωγή ιδεολογίας και επανατοποθέτηση των προοδευτικών δυνάμεων. Η διαδικασία δε αυτή επιβάλλεται ώστε να μην αφεθεί «η νέα εποχή» στις προσδοκίες μιας «νεοφιλελεύθερης» αντίληψης, αλλά να υπαχθεί στον έλεγχο των κοινωνικών δυνάμεων, προκειμένου να αποτραπεί η επιβολή των συνθηκών «μεταδημοκρατίας», δηλαδή της επιβολής της οικονομίας στην πολιτική!

Η απάντηση πρέπει να δοθεί από τις προοδευτικές εκείνες δυνάμεις, που έχουν κατανοήσει εγκαίρως την αξία των νέων τεχνολογιών και που αγωνίζονται  ώστε οι νέες συνθήκες να μην καταστούν αντικείμενο εκμετάλλευσης της νεοφιλελεύθερης αντίληψης και ιδεολογίας!..

 

 

 (*) Ο Πέτρος Μηλιαράκης δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC-EU).

 

 

 

 

ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΑΡΘΡΑ
Click to Hide Advanced Floating Content